15 Σεπ 2016

Αγροτικοί Σύλλογοι: Aναγκαίοι όσο ποτέ !

Γενικά στοιχεία για τις Πρωτοβάθμιες Αγροτικές Οργανώσεις 


Αρχικά θα πρέπει να γίνουν ορισμένες διευκρινήσεις προκειμένου να μπορέσουμε να κατανοήσουμε κάποιες ουσιώδες διαφορές. Πολλοί είναι εκείνοι που συγχέουν την έννοια του Αγροτικού Συλλόγου («Σύλλογος») με εκείνη του Αγροτικού Συνεταιρισμού («Συνεταιρισμός»). 

Ο «Σύλλογος» είναι μια πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, είναι μια σύμπραξη αγροτών που αποσκοπούν στην διεκδίκηση των συμφερόντων τους. Από την άλλη ο «Συνεταιρισμός» είναι μια ένωση παραγωγών που αποσκοπούν στην ενίσχυση της παραγωγικής δραστηριότητας τους, είναι μια οικονομική μονάδα.

Πιο απλά, ο «Σύλλογος» διαπραγματεύεται καλύτερες τιμές και γενικότερα καλυτέρευση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της υπαίθρου. Ενώ ο «Συνεταιρισμός» πουλάει αγροτικά προϊόντα από τα οποία επιφέρει στους μετόχους «μέρισμα ανάλογο της προσφοράς τους».

Στις δεδομένες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που διαμορφώνονται στον Πρωτογενή Τομέα της Ελλάδας στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι «Συνεταιρισμοί» κατά κανόνα αποτελούν χρεωμένες και χρεοκοπημένες επιχειρήσεις.

Με Ποιους και Ποιους Αγροτικούς Συλλόγους χρειαζόμαστε;

Η βαθύτερη αιτία δημιουργίας των Αγροτoκτηνοτροφικών Συλλόγων[i] προέκυψε και ανατροφοδοτείται από τις οικονομικές ανισότητες όσο αφορά την επιστροφή του παραγόμενου πλούτου στους παραγωγούς του. Για το λόγο αυτό και επειδή οι αγρότες δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση ένα ενιαίο κοινωνικό στρώμα με κοινά συμφέροντα, υπάρχει και διαφοροποίηση μεταξύ τους.

Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ μεγαλοαγρότη και μικρομεσαίου δεν είναι σε μερικές δεκάδες στρέμματα, όπως μπορεί κάποιος να πιστεύει, αλλά στην ιδιοκτησία, τις οικονομικές απολαβές που δέχονται και στην φορολόγηση.

Για παράδειγμα ο μεγαλοαγρότης, που μπορεί να είναι και στέλεχος (αγροτικής) εταιρίας, ελέγχει και επωφελείται από τα μέσα παραγωγής (κατά κύριο λόγο την γη) και μισθώνει την εργατική δύναμη εργατών γης. Έτσι ο μικρομεσαίος αγρότης ο οποίος φορολογείται με βάση τα «τεκμήρια διαβίωσης» με 20% και καλείται να πληρώσει 75% προκαταβολή φόρου (για το 2016), δεν μπορεί να έχει τα ίδια συμφέροντα με κάποιον μεγαλοαγρότη που έχει αφορολόγητο όριο, απασχολεί εργαζόμενους και έχει μεγάλα εισοδήματα.

Δεν γίνεται ο μικρομεσαίος αγρότης, που έχει καταργηθεί γι’ αυτόν η επιστροφή Ε.Φ.Κ πετρελαίου και του πετσοκόβουν τις επιδοτήσεις, να έχει τα ίδια συμφέροντα με κάποιον μεγαλοαγρότη που έχει μεγάλες εκτάσεις γης και οι επιδοτήσεις του καταβάλλονται με βάση τα «δικαιώματα» (και όχι την παραγωγή που έχει) ή πολύ περισσότερο με κάποιον που έχει αφορολόγητο πετρέλαιο και 50% μείωση στην τιμή του ρεύματος. 

Συνεπακόλουθο και λογικό επομένως είναι να δημιουργούνται και διαφορετικές κατευθύνσεις στο αγροτικό κίνημα. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα ότι το αίτημα για προοδευτική φορολόγηση για το επιπλέον του αφορολογήτου ορίου αγροτικό εισόδημα, με συντελεστή 45% για τους μεγαλοαγρότες και μεγαλοεπιχειρηματίες του αγροτικού τομέα, να μην βρίσκει σύμφωνους όλους τους αγρότες[ii]. Βεβαίως, ο χαρακτήρας του κάθε Συλλόγου προσδιορίζεται από τους σκοπούς που αναφέρονται στο Καταστατικό του.
Για παράδειγμα ο Αγροτικός Σύλλογος στον οποίο ανήκω, σκοπεύει: «Στην ταξική συνειδητοποίηση του αγρότη, στην ενίσχυση και ενδυνάμωση των δημοκρατικών του αρχών» (παρ. 2α, άρθρο 3, Καταστατικού Αγροτικού Συλλόγου Ανεμώτιας).

Αν και οι παραπάνω διατάξεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια «παρερμηνείας» (ως προς τους σκοπούς) πάντα υπάρχει ο κίνδυνος οι Αγροτικοί Σύλλογοι να μην εκπληρώνουν σωστά την αποστολή τους. Έτσι δημιουργούνται Σύλλογοι διεκδικητικοί από την μια, και Σύλλογοι συμβιβασμένοι από την άλλη, που αδιαφορούν για τα κοινωνικά προβλήματα. Για παράδειγμα υπάρχουν Σύλλογοι οι οποίοι στις κατευθύνσεις τους, καμιά φορά και χωρίς να το συνειδητοποιούν απολύτως, απαλλάσσουν τους κυβερνητικούς φορείς (Κεντρική Κυβέρνηση και Περιφερειακή Διοίκηση / ΟΤΑ) από την ευθύνη παροχής των υπηρεσιών τους.

Πρωτοστατούν να συγκεντρώνονται χρήματα π.χ. για την επισκευή δρόμων, οικοδομημάτων και γενικά οτιδήποτε έχει κοινοτικό γνώρισμα και περιεχόμενο και υποχρεούται να παρέχουν οι Αρχές Διοίκησης, την ίδια στιγμή που οι φόροι δεν έχουν αντισταθμιστικό χαρακτήρα. Σιγά σιγά μετατρέπονται σε Συλλόγους που μοιάζουν περισσότερο με «φιλανθρωπικά ιδρύματα» και οι δράσεις τους αναγάγουν τον έρανο και τον εθελοντισμό σε «ύψιστη κοινωνική προσφορά» και ουσιαστικά επιβαρύνουν οικονομικά κι άλλο τους δημότες μιας και τους επιβάλουν να πληρώσουν για αυτά που έχουν ήδη πληρώσει!

Αγνή / ”Απολιτίκ” Στάση ή βαθιά πολιτική;

Το ζήτημα αυτό είναι βαθιά πολιτικό και ας διατρανώνουν ορισμένοι πως δεν είναι. Επειδή είναι πολιτική στάση να θίξεις τα «κακώς κείμενα» της Ε.Ε. και των ελληνικών εκφραστών τους.
Επειδή είναι πολιτική πράξη να επιλέξεις να αγωνιστείς για τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα όπως και επιδεκτικά να εθελοτυφλείς.

Έτσι, όταν οι εργαζόμενοι δέχονται την φορολόγηση και τα συνεπακόλουθα των Μνημονίων αυτό που κρίνεται στην ουσία είναι η στάση του καθενός από εμάς χωριστά μέσα και έξω σε κάθε Σύλλογο. Στην ουσία πάλι εμφανίζονται οι δυο κατευθύνσεις που με βάση αυτές μπορεί κάποιος να χαρακτηριστεί σε ποια συγκλίνει ή υιοθετεί:

Η μία μέσα από συλλογικές αποφάσεις υπερασπίζεται τα συμφέροντα των μικρομεσαίων αγροτών ενώ ή άλλη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο καταλήγει να υπηρετεί τα μονοπώλια, τα καρτέλ, το ίδιο το σύστημα που ευθύνεται για την οικονομική κρίση.

Οι Αγροτικοί Σύλλογοι μπορούν εν δυνάμει να αποτελέσουν μαχητικές κοιτίδες που θα δώσουν με τις δράσεις τους, προοπτικές και ζωή στην ύπαιθρο. Βασική προϋπόθεση είναι η μαζική συμμετοχή και τήρηση του Καταστατικού. Μπορούν, σε συμμαχία με τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα, να αποτελέσουν κομμάτι ενός μαχόμενου μετώπου ρήξης. Το προηγούμενο διάστημα (Δεκεμβρίου-Φεβρουαρίου) των μεγάλων αγροτικών κινητοποιήσεων, φανέρωσε αυτές τις δυνατότητες. Φανέρωσε τη διάθεση συμμετοχής που με οργανωμένο και ταξικά προσανατολισμένο στόχο έθετε αιτήματα που ανταποκρίνονται στις σημερινές ανάγκες (φορολογία σε κάθε πραγματικό εισόδημα, καμιά αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΓΑ, μείωση των ορίων συνταξιοδότησης στα 60 για τους αγρότες και στα 55 για τις αγρότισσες, κατάργηση όλων των άμεσων και έμμεσων περιορισμών της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής κ.α.)

«Στα δύσκολα τα καλύτερα παιδιά πιάνουν δουλειά…»

Γι’ αυτό, επιδιώκεται με κάθε τρόπο η δημιουργία κλαδικών σωματείων που σύμφωνα με το αντικείμενο τους θα διαχωρίζουν τον αγροτικό κόσμο σε κτηνοτρόφους, γεωργούς, αλιείες, μελισσουργούς, αμπελουργούς κ.λπ. και όχι η συμπόρευση όλων ενιαία και ενωτικά σε έναν Αγροτικό Σύλλογο.

Κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε με τον Ν. 4015/2011 ο οποίος αποσκοπεί ξεκάθαρα στη διάλυση των Αγροτικών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων και προωθείται σύμφωνα με τις διατάξεις που εκπορεύονται από την Ε.Ε. και την Κ.Α.Π. Ο διαχωρισμός των παραγωγών, το μόνο που εξυπηρετεί είναι στην διαιώνιση της άνισης κατανομής του παραγόμενου πλούτου, στην εξασφάλιση των εγγυήσεων στους δανειστές πως η αφαίμαξη του εισοδήματος (με την υψηλή φορολογία) και στον Πρωτογενή Τομέα θα γίνει χωρίς αντιδράσεις.
Είναι φανερό πως τέτοιοι νόμοι (που διαχωρίζουν τους αγρότες ανά είδος εκμετάλλευσης) προσβλέπουν στη διάσπαση του αγροτικού κόσμου. Η παρουσία των «καλοθελητών», απόλυτα δικαιολογημένα απαξιώνει στη συνείδηση του κόσμου την ιδέα του Συνδικαλισμού και των Συλλογικών / Ομαδικών δράσεων.

Ήδη από την δεκαετία του ’80, οι εργατοπατέρες με τις κρυφές συμφωνίες κάτω και πάνω από το τραπέζι (νόμιμα) φρόντιζαν να τα έχουν καλά με τις κυβερνήσεις και τις εκάστοτε εξουσίες για να τυγχάνουν ειδικής μεταχείρισης.
Παραδείγματα προσωπικού οφέλους πάρα πολλά…
Γι’ αυτό και οικονομικές απολαβές των Συλλόγων δεν θα πρέπει να προέρχονται από τράπεζες και κρατικούς οργανισμούς που μπορούν να χειραγωγήσουν και να ελέγξουν τους Συλλόγους και να τους καταστήσουν όργανα εξυπηρέτησης πολιτικών ή οικονομικών συμφερόντων.
Οι Αγροτικοί Σύλλογοι πρέπει να είναι οικονομικά ανεξάρτητοι από Κόμματα και Εταιρείες.

Τι πραγματικά πληρώνουν και θα πληρώσουν οι Αγροτοκτηνοτρόφοι;

Ενδεικτικά με τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο 3ο Μνημόνιο και στη νέα ΚΑΠ της Ε.Ε. 2015–2020:

Επιδοτήσεις: Όπως ψηφίστηκε στο 3ο Μνημόνιο προβλέπεται η φορολόγηση της Βασικής Ενίσχυσης (12.000 ευρώ). Ήδη υπάρχει η αυστηροποίηση από φέτος στα κριτήρια καταβολής των Συνδεδεμένων Ενισχύσεων τόσο σε ζωικό όσο και σε φυτικό κεφάλαιο. Έως το 2019 θα μειωθούν κατά 60%.

Φορολογικό: Μετά από πολυήμερες κινητοποιήσεις κερδήθηκε (το χαμηλό βάση των αναγκών) αφορολόγητο όριο των 8.670 ευρώ. Αντί για 9.500 με προσαύξηση 3.000 ευρώ για κάθε παιδί, που ήταν αίτημα της Συντονιστικής Επιτροπής των μπλόκων. Ο υπολογισμός του φόρου δεν γίνεται για το πραγματικό καθαρό εισόδημα, αλλά με βάση τα «τεκμήρια διαβίωσης» που έχει όλος ο κόσμος. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, όμως, τα καλύπτουν γιατί έχουν αφορολόγητο όριο. Ζευγάρι μισθωτών έχει μέχρι τώρα 2 x 9.550 = 19.100 ευρώ αφορολόγητο και σωστά το έχει και πρέπει να μεγαλώσει. Έτσι, αν ένας αγρότης έχει ένα σπίτι 80 τ.μ., ένα αυτοκίνητο κ.λπ., θα φορολογηθεί σαν να έχει καθαρό, φορολογητέο εισόδημα τουλάχιστον 12.000 ευρώ, ανεξάρτητα από το ποιο είναι το πραγματικό του εισόδημα. Οπότε, για το 2016 θα πληρώσει 2.400 ευρώ φόρο (12.000 x 20%) και για το 2017 θα πληρώσει 3.120 ευρώ φόρο (12.000 x 26%). Κι αυτό ακόμα κι αν το φορολογητέο εισόδημά του είναι μηδενικό! Η αύξηση σε 24% του συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά από 16% που είναι σήμερα θα κάνει ακόμα πιο δύσκολη την αγορά αγροτοεφοδίων, ζωοτροφών και θα αυξήσει το κόστος παραγωγής.

Ασφαλιστικό: Αύξηση έως το 2022 στο 27,20% του εισοδήματός οι εισφορές για την ασφάλιση, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και την Αγροτική Εστία. Από την 1η Ιανουαρίου 2017 καταργούνται οι ασφαλιστικές κατηγορίες και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Σήμερα ο κατώτερος μισθός είναι 586 ευρώ το μήνα από το οποίο προκύπτει κατώτερο ετήσιο φορολογητέο εισόδημα για τους αγρότες το ποσό των 4.922 ευρώ.

Λοιπά Χαράτσια…

Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο κρασί: Με επιβάρυνση 0,20 ευρώ/λίτρο οίνου, ανεξάρτητα κατηγορίας και αξίας. Οι πρώτες συνέπειες έχουν αναδειχτεί, αφού οι πωλήσεις στο εσωτερικό της χώρας έχουν μειωθεί, ενώ από τις 160.000 αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις που είναι καταγεγραμμένες στο Αμπελουργικό Μητρώο, μόνο οι 27.000 προέβησαν σε ψηφιακή υποβολή Δήλωσης Συγκομιδής, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΕΟΣΟΕ.
ΕΝΦΙΑ στα αγροκτήματα από το 2017: Υπολογισμός της αντικειμενικής αξίας κάθε αγροτεμαχίου, βάσει της οποίας θα υπολογιστεί και ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ τον επόμενο χρόνο. Αύξηση στον Φόρο υπεραξίας 15% στο κέρδος από πώληση χωραφιών από 1η-1-2017 και μετά: σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ΚΦΕ, επιβάλλεται φόρος υπεραξίας με συντελεστή 15% στο κέρδος που προκύπτει ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τιμή πώλησης κάθε ακινήτου.
Ενώ παραμένουν οι μεγάλες εισφορές υπέρ ΕΛΓΑ (που σπάνια αποζημιώνει), τα χαράτσια για τις δηλώσεις ΟΣΔΕ, τις αρδευτικές γεωτρήσεις, τους ΓΟΕΒ και ΤΟΕΒ, τα ψεκαστικά, τις σταβλικές εγκαταστάσεις, την ηλεκτρονική σήμανση των ζώων κ.α.

Οι ”ατομικές” λύσεις καταρρέουν

Έπειτα από όσα, ενδεικτικά, αναφέρθηκαν γίνεται ακόμα περισσότερο αναγκαία η ύπαρξη συλλογικών, ομαδικών προσπαθειών που όχι μόνο θα βάζουν στην ημερήσια διάταξη αυτά τα ζητήματα, αλλά θα προβάλλουν και τις αιτίες τους.
Κανένας αγρότης μόνος του δε θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αυτό το οργανωμένο σχέδιο και για το λόγο αυτό χρειάζεται να αντιπαραθέσει ένα «συλλογικό οργανωμένο σχέδιο».
Εδώ εμφανίζεται ο ρόλος των Αγροτικών Συλλόγων και η πρόκληση να μπορέσουν να εκλαϊκεύσουν αυτά τα προβλήματα ώστε να γίνουν κατανοητά.
Δεν μπορούν να εκβιάσουν, να απειλήσουν και να υποχρεώσουν κανέναν να ακολουθήσει, εάν δεν είναι πρόθυμος.
Είναι ξεκάθαρα θέμα συνείδησης και πως ο καθένας διαλέγει σε αυτόν το πόλεμο να πέσει «αμαχητί» ή να παραμείνει στις «επάλξεις».
 
Σταύρος Ι. Μαντατής, Σεπτ. 2016
Πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Ανεμώτιας (www.asanemotias.wordpress.com
Αντιπρόσωπος στην Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Λέσβου
[i] Στην Ελλάδα με το νόμο για τις «Αγροτικές Συνδικαλιστικές Οργανώσεις» (Ν.1361/1983) το κράτος αναγνώρισε το δικαίωμα στο συνδικαλισμό των αγροτοκτηνοτρόφων. Για θέματα που δε ρυθμίζονται με το νόμο αυτόν, εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι σχετικές διατάξεις του Νόμου 1264/1982 «για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων» και αν δεν προβλέπεται και σ’ αυτόν ειδική ρύθμιση, οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Οι Αγροτικοί Σύλλογοι σήμερα δεν επιδιώκουν καμία νομική και κρατική νομιμοποίηση για να καθορήσουν την ύπαρξη και την λειτουργία τους. Αποσκοπούν αποκλειστικά και μόνο στην αναγνώριση τους, στις συνειδήσεις των αγροτών.
[ii] Στα καταστατικά των Αγροτικών Συλλόγων δεν αναφέρεται απαγόρευση στους μεγαλοαγρότες να είναι μέλη των Συλλόγων. Είναι διαμορφωμένα έτσι ώστε να επιτρέπουν την ένταξη ανεξαρτήτως κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων και στην βάση της συμφωνίας με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις της μικρομεσαίας αγροτιάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: