Μέσα στο δογματικό περιεχόμενο της μείζονος περιόδου του χριστιανικού Πάσχα (από το Τριώδιο μέχρι και την Πεντηκοστή) έχουν ενταχθεί ως λαϊκά έθιμα πολλές προχριστιανικές, παγανιστικές λατρευτικές συνήθειες, που συνδέονται με την αναζωογόνηση της βλάστησης και τους κινδύνους που την απειλούν. Οι σχετικές αρχέγονες τελετουργίες αποτυπώθηκαν στις μυθολογίες όλων των λαών και βασίζονται στην έννοια της «Ανάστασης», ως απόπειρας ερμηνείας των επαναλαμβανόμενων κύκλων της φύσης και της ζωής. Με τις σχετικές τελετουργίες ο άνθρωπος γιόρταζε την αναγέννηση της γης την άνοιξη, υμνούσε το φως του ήλιου και εξέφραζε την ανάγκη καλυτέρευσης της ζωής του. Τα έθιμα αυτά έχουν χαρακτήρα αφενός γονιμικό (προσπαθούν με μαγικό τρόπο να ενισχύσουν τη γονιμότητα της γης και να εξασφαλίσουν την καλή σοδειά) και αφετέρου αποτρεπτικό (προσπαθούν με μαγικό τρόπο να διώξουν τους κινδύνους που απειλούν τη βλάστηση αυτή την εποχή).
Ας ρίξουμε μια ματιά σε κάποια απ’ αυτά τα λαϊκά έθιμα, που ενσωματώθηκαν στη μείζονα περίοδο του χριστιανικού Πάσχα.
Οι δυο γιορτές των νεκρών, τα λεγόμενα Ψυχοσάββατα, είναι το Σάββατο των Απόκρεω, στην αρχή της περιόδου, και το Σάββατο της Πεντηκοστής, ή αλλιώς του Ρουσαλιού το Σάββατο, όπως το λέει ο λαός μας. Τα μεγάλα Ψυχοσάββατα ανήκουν στα έθιμα της γονιμότητας, γιατί οι νεκροί θεωρούνται οι πρώτοι δαίμονες της βλάστησης, αφού απ’ αυτούς πιστεύεται ότι εξαρτάται η καλή σοδειά. Ο σπόρος που θάβεται στη γη και στη συνέχεια βλασταίνει, γέννησε την ιδέα ότι θα μπορούσε να συμβαίνει το ίδιο και με τους πεθαμένους προγόνους, οι οποίοι πιστευόταν ότι ανέβαιναν κάθε άνοιξη στον πάνω κόσμο, για να ευεργετήσουν την κοινότητα με την κεκτημένη και ιεροποιημένη δύναμη του κάτω κόσμου.
Το κάψιμο του Ιούδα, μολονότι συνδέθηκε με το συγκεκριμένο πρόσωπο της εκκλησιαστικής ιστορίας, είναι έθιμο προχριστιανικό, με χαρακτήρα αποτρεπτικό ή καθαρτικό: έκαιγαν το δαίμονα του κακού.
Τον ίδιο χαρακτήρα έχουν και διάφορα κατά τόπους έθιμα, όπως οι φωτιές που ανάβουν το Πάσχα και το φως που μοιράζεται από τον παπά κι από τον ένα στον άλλο, για να ξορκίσουν το χαλάζι.
Ένα άλλο πασχαλινό έθιμο που έλκει την καταγωγή του από την αρχαία Ελλάδα, είναι οι κούνιες. Αποτελούσε τελετουργικό στοιχείο της δεύτερης μέρας των Ανθεστηρίων, που ήταν η ανοιξιάτικη γιορτή των αρχαίων Αθηναίων. Οι κούνιες έχουν χαρακτήρα γονιμικό (κουνιόμαστε για να γίνουν τα στάχια), αλλά και αποτρεπτικό (κουνιόμαστε για να φύγουν τα φίδια). Επίσης η κούνια επιφέρει ένα είδος κάθαρσης: με το πέρα - δώθε δημιουργείται ένα ρεύμα αέρα που πιστεύουν ότι ενεργεί καθαρτικά πάνω στο κορμί (κουνιόμαστε για την καλή υγεία).
Κατά την κοινή πίστη των αρχαίων, και ο θόρυβος έχει αποτρεπτικό περιεχόμενο. Το πανδαιμόνιο που επικρατεί μόλις ο παπάς εκφωνεί το «Χριστός Ανέστη», εξηγείται από την επιθυμία να εκδιωχθούν τα δαιμονικά.
Τα αυγά, το χαρακτηριστικότερο πρωτόγονο σύμβολο που επιβιώνει μέχρι σήμερα, βάφονται συνήθως κόκκινα (τη Μ. Πέμπτη), χρώμα παγανιστικό και ξορκιστικό. Όπως αναφέρει ο Γ. Α. Μέγας, «χρωματιστά, κυρίως κόκκινα, αυγά μνημονεύονται στην Κίνα ήδη από τον 5ο αι. και στην Αίγυπτο από το 10ο αι.. Το 17ο αι. τα βρίσκουμε στους χριστιανούς και στους μωαμεθανούς».
Από την Ανατολική Θράκη προέρχεται το έθιμο με τα αγιασμένα αυγά να τοποθετούνται δίπλα στον εικόνισμα. Ένα απ’ αυτά μένει όλο το χρόνο κοντά στην εικόνα, ενώ όταν έχει καταιγίδα, η μητέρα το βγάζει στο μπαλκόνι με την πυροστιά και προσεύχεται για να απομακρυνθούν ο κεραυνός, το χαλάζι, οι πλημμύρες. Τα υπόλοιπα αγιασμένα αυγά θάβονται μετά τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής στα αμπέλια και στα χωράφια, για να δώσουν καλή σοδειά!
Του Παναγιώτη Μ. Κουτσκουδή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου